Η Λεύκη ανήκει στις αυτοάνοσες παθήσεις (δηλαδή σε παθήσεις που ο οργανισμός μόνος του καταστρέφει κάποια αντισώματά του, τα οποία μέχρι τώρα τα αναγνώριζε σαν δικά του) και συχνά συνυπάρχει με άλλες αυτοάνοσες παθήσεις, όπως είναι η δυσλειτουργία του θυρεοειδούς, η ψωρίαση, η ρευματοειδής αρθρίτιδα κτλ. Η πορεία τις ασθένειας είναι απρόβλεπτη και η ανταπόκριση του ασθενή στη θεραπεία ποικίλει.
Η λεύκη θεωρείται ότι είναι μία αυτοάνοση νόσος, η οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων έχει υποβόσκουσα γενετική προδιάθεση.
Η λεύκη είναι μια χρόνια, επίμονη και συχνά εξελισσόμενη ασθένεια. Ο αυτο-επαναχρωματισμός είναι σπάνιος και συνήθως συμβαίνει γύρω από τα τριχοθυλάκια.
Η λεύκη αναγνωρίστηκε πρόσφατα ως αυτοάνοση ασθένεια
Μέχρι πρόσφατα, υπήρξε πολλή συζήτηση γύρω από το αν η λεύκη είναι αυτοάνοση ασθένεια. Στη λεύκη, τα μελανοκύτταρα (κύτταρα χρωστικής) είναι ανώμαλα και προσελκύουν το ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο καταλήγει να τα σκοτώνει. Παρ’ όλο που η λεύκη είναι μια αυτοάνοση ασθένεια, υπάρχουν πολύ περισσότερα πίσω από αυτήν τη νόσο και οι έρευνες συνεχίζονται. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι πρόκειται για αυτοάνοση ασθένεια, επειδή υπάρχουν πολλές θεραπείες που αναπτύσσονται για να αλλάξουν και να τροποποιήσουν το ανοσοποιητικό σύστημα, πράγμα που σημαίνει ότι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν και για τη λεύκη.
Πολλά βιολογικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται με καλά αποτελέσματα για την ψωρίαση διερευνώνται για να πάρουν ένδειξη και για τη λεύκη. Το να δημιουργηθεί μια βάση στις υπάρχουσες θεραπείες που μπορεί να επιτρέψει την πρώιμη παρέμβαση και να σταματήσει την ανοσολογική επίθεση, μπορεί να εξοικονομήσει χρόνο στην έρευνα και τελικά να φέρει στους ασθενείς τη θεραπεία νωρίτερα.
Συμπερασματικά η λεύκη πιστεύεται ότι είναι μια αυτοάνοση κατάσταση, όπου το ανοσοποιητικό σύστημα προσβάλλει κατά λάθος τα κύτταρα που παράγουν χρωστικές ουσίες (μελανοκύτταρα).